Αναρτήσεις

Προβολή αναρτήσεων από 2019

Περασμένες δώδεκα

Εικόνα
Ήταν περασμένες δώδεκα τότε που ξορκίσαμε τον φόβο. Τον θρέψαμε για χρόνια. Λίγα ψίχουλα πρέπει, μεγάλες δόσεις δειλίας, λίτρα παρελθόντος τον θέριεψαν. Ήταν περασμένες δώδεκα κι έξω είχε ζέστη. Έβγαλες τα βέλη από τη φαρέτρα σου και σκότωσες όλα τα ίσως. Ήταν περασμένες δώδεκα κι ήρθα και φίλησα την πληγή στον καρπό σου. Κι ήτανε χρόνια που παλεύαμε, χρόνια που τυφλοί πέφταμε πάνω σε τοίχους. Κι ύστερα ξημέρωσε. Γεννηθήκαμε ξανά μέσα απ' τις στάχτες μας και χαθήκαμε για 'κει που λίγοι μπορούν να πάνε. ~Φρόσω Αποστόλου~

Εκείνα τα πρότυπα...

Εικόνα
Εκείνα τα πρότυπα θα σε πνίξουν μικρό μου.  Σου τα δείχνουν πρώτοι ο μπαμπάς και η μαμά. Είναι κάτι πολύχρωμες εικόνες που τρέχουν μπροστά στ' απορημένα μάτια σου. Στα μάτια σου που αναζητούν τη ζωή. Εκείνα τα πρότυπα θα σε πνίξουν μικρό μου. Το παντελόνι φίρμα που δεν κατάφεραν να σου αγοράσουν κι αυτή η γαμημένη η κονσόλα παιχνιδιών που όλοι οι φίλοι σου έχουν. Εκείνα τα πρότυπα θα σε πνίξουν μι κρό μου. Φουσκωμένοι μυς και χείλη που παρελαύνουν μπροστά σου δολοφωνόντας κάθε τι φυσικό. Εκείνα τα πρότυπα θα σε πνίξουν μικρό μου εκτός κι αν απόψε κάποιος σου δείξει το φεγγάρι. Αν σε νανουρίσει μ' ένα παραμύθι. Αν σου διαβάσει ένα ποίημα. Αν σε μάθει ν' ακούς τον ήχο του κύματος και να γεμίζεις τα πνευμόνια σου με τη θαλασσινή αύρα. Αν κάποιος θρέψει την ψυχή σου μ'ολάκερη την απλότητα αυτού του κόσμου...

Τα βιβλία των παιδικών μας χρόνων

Εικόνα
Όλοι όσοι αγαπούν την ανάγνωση έχουν σίγουρα φυλαγμένα μες την καρδιά τους τα πρώτα βιβλία που διάβασαν ως παιδιά. Εκείνα που τους μύησαν στον μαγικό κόσμο της λογοτεχνίας, που τους ταξίδεψαν μακριά ακόμη κι αν βρίσκονταν στο παιδικό τους δωμάτιο.  Καλοκαιρινά μεσημέρια, βράδια χειμωνιάτικα, Σαββατοκύριακα ήμουν πάντα αγκαλιά με ένα βιβλίο . Σας παρουσιάζω λοιπόν, τα δικά μου αγαπημένα που οι εικόνες τους, τ' αρώματά τους κι οι απίθανοι διάλογοι έχουν μείνει χαραγένοι στη μνήμη μου. ΕΥ-ΠΟ; ΛΥ-ΠΟ;  είναι η συνθηματική ερώτηση που ανταλλάσσουν μεταξύ τους η Μέλια και η Μυρτώ λίγο πριν κοιμηθούν. Δυο μικρές αδερφές που ζουν σ' ένα νησί του Αιγαίου το 1936 ακούνε τον παππού τους να τους μιλάει ώρες ατέλειωτες για τους "αρχαίους" του, ανυπομονούν να ανταμώσουν με τους φίλους και τις φίλες τους από τα τσαρδάκια σαν έρχεται το καλοκαίρι, μα πάνω απ' όλα τρελαίνονται με τις μαγικές ιστορίες του καπλανιού που τους διηγείται ο ξάδερφός τους ο Νίκος, φοιτητ

Το παγκάκι στον Θερμαϊκό

Εικόνα
Χρόνια τώρα στέκομαι κι ατενίζω τον Θερμαϊκό. Πότε γαλήνιος κι ακύμαντος, πότε ανταριασμένος και φουσκωμένος. Έχει περάσει από μπροστά μου ολάκερος ο πληθυσμός της πόλης. Κάθονται πάνω μου να ξαποστάσουν, να ρεμαβάσουν, να γαληνέψουν, να κλάψουν, να γελάσουν, να ξεστομίσουν μυστικά και ψιθύρους. Τα έχω ακούσει και τα έχω δει όλα!  Ναι, σωστά θα κατάλαβες. Είμαι ένα παγκάκι. Ένα ξύλινο παγκάκι τοποθετημένο από τους εργάτες του Δήμου. Μπογιατισμένο με κόκκινο χρώμα και περασμένο με βερνίκι. Δεν μ’ αλλάζουν μ’ ένα νεότερο, όσο γέρικο κι αν είμαι. Λένε πως ο Δήμος δεν έχει χρήματα, όπως και όλη η χώρα. Ξοφλήσαμε λένε, χρεοκοπήσαμε και δεν το ξέρουμε. Σήμερα θέλησα να μιλήσω για πρώτη φορά στη ζωή μου σ’ εσένα. Να σου πω πως όσο παράξενο και ν’ ακούγεται, τους ανθρώπους τους πονάω, ζω μαζί τους λύπες και χαρές.  Ήμουν πολύ νέος την πρώτη φορά που έκλαψα για κάποιον. Ήταν μια νύχτα, λίγο καιρό αφού με είχαν τοποθετήσει στη θέση μου, όταν είδα να με πλησιάζει ένα νέο παλικάρι παραπατώ

Λευκές σελίδες

Εικόνα
Οι λευκές σελίδες δε γεμίζουν εύκολα. Κάθεται στην ξύλινη καρέκλα και κοιτάζει έξω από το παράθυρο. Ο καιρός είναι μουντός, πάχνη καλύπτει το οπτικό του πεδίο. Είναι μόλις έξι το πρωί. Οι δρόμοι είναι άδειοι, οι άνθρωποι προσπαθούν να ξεφύγουν από τη γλύκα του σκεπάσματος και να ξεκινήσουν για τις δουλειές τους. Πάντοτε φανταζόταν τα πόδια των ανθρώπων που πηγαίνουν για δουλειά, δεμένα με αλυσίδες οι οποίες έσερναν πίσω τους δυο μεγάλα βαρίδια.  Απ’ όσους  γνώρισε στα τριάντα-επτά του χρόνια ελάχιστοι ασκούσαν το επάγγελμα που αγαπούσαν. Για να το καταφέρουν θυσίασαν την επικοινωνία με τάχα-αγαπημένους ανθρώπους. Είναι εκείνοι  που όταν καταλάβουν πως δεν εμπίπτεις στα δικά τους δεδομένα, δεν μπαίνεις στο μαντρί με τα υπόλοιπα πρόβατα σε κάνουν πέρα σα να κουβαλάς βαριά κατάρα.  Ούτε οι δικοί του γονείς κατάφεραν ποτέ να χωνέψουν πως έγραφε και πως ήθελε ν’ ασχοληθεί εξ’ ολοκλήρου με τις ιστορίες που έπλαθε. Δεν καταλάβαιναν την έκσταση που του προκαλούσε η μυρωδιά του βιβλίου,

Έχει ο Θεός

Εικόνα
Οι άνθρωποι περπατούσαν με βιαστικό βηματισμό μέσα στο πρωινό κρύο. Η βασανιστική υγρασία της Θεσσαλονίκης τους τρυπούσε γι' ακόμη μια μέρα τα κόκκαλα. Μα δε βαριέσαι… Μια συνήθεια ήταν κι αυτή. Οι προορισμοί εκατοντάδες. Εργασία, δημόσιες υπηρεσίες, καφέ με φίλους σε κάποιο στέκι, τζόκινγκ στην παραλία, συνεντέυξεις για δουλειά, συνταξιούχοι σε προποτζίδικα και καφενεία, γυναίκες μακιγιαρισμένες που έτρεχαν να προλάβουν το ραντεβού τους σε σπα και κομμωτήρια. Όλοι είχαν έναν σκοπό εκείνο το πρωί. Και η γιαγιά Ελένη είχε τον δικό της. Ξύπνησε όπως πάντα στις οκτώ. Έψησε τον καφέ του άντρα της, του φρυγάνισε δυό φέτες ψωμί και τις σέρβιρε με βούτυρο και μέλι. Ήπιε τον ελληνικό της κι έφαγε ανόρεχτα λίγες μπουκιές ψωμί. Έριξαν μια ματιά στα νέα της ημέρας. Κομμένες συντάξεις, πορείες, απολύσεις, ατυχήματα και για το τέλος του δελτίου ένας νεαρός Έλληνας αθλητής που κατέκτησε μια σπουδαία νίκη στο εξωτερικό. “Είδες το παλικάρι γυναίκα; Στην ηλικία της εγγονής μας. Χαράμι αυτά