Ψυχή γραμμένη, του συγγραφέα Κώστα Μπέζα

Όταν ένα βιβλίο με κερδίζει το καταλαβαίνω στις σελίδες που γυρνούν αβίαστα, στις λέξεις που ρουφάω, στη βοή του κόσμου που δεν ακούω πια γιατί ο συγγραφέας έχει καταφέρει να με ταξιδέψει πολύ μακριά. Αυτό ακριβώς συνέβη και με το έργο του Κώστα Μπέζα.
Ο Κώστας μας μιλάει για την αγάπη της γιαγιάς, ένα θέμα το οποίο πρώτη φορά συναντώ σε βιβλίο. Εκείνος ένιωσε την ανάγκη να υμνήσει μια παρουσία που πολλοί από εμάς είχαμε την τύχη να γνωρίσουμε και όπως γράφει και στο εξώφυλλο η αγάπη της κάποιες φορές είναι μεγαλύτερη από της μάνας.
Ο συγγραφέας μας ταξιδεύει σε μονοπάτια νοσταλγικά, περπατάμε μαζί του στο χωριό του, το Ριζό Ιωαννίνων, σπρώχνουμε την πόρτα της αυλής στο σπίτι της γιαγιάς Μαρίας, τρώμε ρόδι από τη ροδιά της, κομμένο από τα χέρια της, μυρίζουμε τη ρίγανη που όπως μας λέει ο Κώστας, εκεί στο χωριό του μυρίζει διαφορετικά απ’ όλα τα μέρη της Ελλάδας, ακούμε τα τραγούδια της και τις συμβουλές της.
Η γιαγιά Μαρία, μια γυναίκα ταλαιπωρημένη από τη ζωή έχει στην ψυχή της ολάκερη τη σοφία του κόσμου και τη χαρίζει απλόχερα στον εγγονό της με τρόπο απλό και κατανοητό, δείχνοντάς του τα βήματα για να βαδίσει στη ζωή με γνώμονα την καλοσύνη, την αγάπη και την εντιμότητα. Συμβουλές που τις διαβάζεις και θες να τις κρατήσεις φυλαχτό. Που αδυνατείς ίσως να πιστέψεις πως τις ξεστόμισε μια γιαγιούλα σ’ ένα χωριό της Ηπείρου.
Ο Κώστας γράφει πως «Όσες γιαγιάδες έζησαν τον πόλεμο, άρα και τον θάνατο, θεώρησαν ως αποστολή τους να κάνουν καλύτερους καινούριους ανθρώπους γιατί οι παλιοί τους είχαν πληγώσει». 
Τέτοια γιαγιά είναι κι εκείνη κι είμαι σίγουρη πως κατάφερε το σκοπό της. Ο εγγονός της είναι ένας άνθρωπος καλός, με αξίες και τον ευχαριστώ που μοιράστηκε μαζί μας τον πολύτιμο θησαυρό του.
Αυτό το βιβλίο δεν θα σας αφήνει να το αφήσετε. Θα θέλετε να διαβάσετε και την τελευταία λέξη, να μάθετε και να μάθετε από τη γιαγιά Μαρία με την απέραντη σοφία της. Εγώ υποκλίνομαι σ’ εκείνη, το ίδιο αναμφισβήτητα θα κάνετε κι εσείς.
 Το απόσπασμα που ξεχώρισα είναι μια ακόμη σκηνή στην οποία η γιαγιά Μαρία σε μια βόλτα μέσα στη φύση, μιλά στον εγγονό της για τη ρίγανη και τον παροτρύνει να γίνει σαν κι αυτή.

«Κοίταξε εδώ τη ρίγανη, Κώστα μου. Είναι ξερικιά. Φυτρώνει σε μέρη άγονα όπως εδώ. Σε βουνά, σε βράχους και βραχούλες. Βαστάει τις πλαγιές. Αντέχει την παγωνιά, υπομένει και τη ζέστη. Δεν έχει ανάγκη  κανέναν. Όσο λιγότερο νερό καταφέρει να πάρει, τόσο περισσότερο μυρίζει. Όταν την κόψεις άγαρμπα εκείνη φυτρώνει πάλι. Είναι πολύτιμη και σπάνια, κι όταν γίνει ξερή. Όσο εμείς την ξεραίνουμε, τόσο πιο έντονο άρωμα βγάζει. Είναι σκληρή και μαλακιά μαζί η ρίγανη. Είναι αγωνίστρια, θεραπευτική, μοναχική και αξιοπρεπής. Προσφέρει και δίνεται σε κάθε μορφή της. Δεν ζητάει σχεδόν τίποτα, δίνει όμως τα πάντα. Και όλα όσα δίνει είναι ξεχωριστά. Γιατρεύει τα τραύματα, κλείνει τις πληγές. Γίνε σαν τη ρίγανη, ζήσε όπως αυτή.Μην περιμένεις κανέναν και τίποτα για να ανθίσεις και να μυρίσεις. Όπου κι αν σε κλείσουν, εσύ να μοσχοβολάς. Να δίνεις ό,τι μπορείς, μη ζητάς τίποτα. Θα δεις ότι και χωρίς να ζητάς θα βρίσκεται τρόπος να παίρνεις. Γίνε σαν αυτή».


https://www.facebook.com/psyhigrammeni/?fref=ts

Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο

Τα βιβλία των παιδικών μας χρόνων